Από τους σπουδαιότερους ακορντεονίστες που αναδείχτηκαν στο λαϊκό τραγούδι, δέσποζε με το περίτεχνο παίξιμο του σε πάλκα πρώτης γραμμής, στα τέλη του ’50 και σε όλη τη δεκαετία του ’60, στο πλευρό προσωπικοτήτων όπως οι Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Στέλιος Καζαντζίδης, Καίτη Γκρέυ, Βαγγέλης Περπινιάδης κ.ά. Παράλληλα είχε εντυπωσιακή συμμετοχή ως σολίστας στη δισκογραφία (μόνιμος εκτελεστής για χρόνια στην Columbia) σε ηχογραφήσεις ιστορικές. Προς τα τέλη του ’60, όταν το ακορντεόν εκτοπιζόταν από τη φαρφίσα (ηλεκτρικό αρμόνιο), ο Κοινούσης βγήκε μπροστά και ως δημιουργός. Τραγούδια του ερμήνευσαν η Γιώτα Λύδια, ο Μιχάλης Μενιδιάτης (Στο σπίτι μου χαράματα), η Δούκισσα (Άνθρωποι είμαστε) και άλλοι –χωρίς ωστόσο να του αποδίδεται πάντα η πατρότητα των τραγουδιών του, για πρακτικούς και άλλους λόγους, όπως ο ίδιος έχει δηλώσει. Η δεκαετία του ’70 τον βρήκε ως πρωταγωνιστή μπροστά στο μικρόφωνο, όπου με το δικό του ιδιότυπο ύφος τραγουδούσε Αμερική δική σου είμαστε φυλή, Τα παιδιά...
Περισσότερα
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1969. Κατάγεται από τη Στρατίνιστα Πωγωνίου Ιωαννίνων, όπου και μυήθηκε στην ελληνική παραδοσιακή μουσική. Ξεκίνησε παίζοντας πρακτικά φλογέρα, για να περάσει στη συνέχεια στο κλαρίνο σε ηλικία 11 ετών, μαθητεύοντας κοντά στον Ανδρέα Χαρμαλιά στην Αργυρούπολη και στονΦώτη Μάστορα στη Στρατίνιστα. Στη συνέχεια, μαθήτευσε σε κορυφαίους πρακτικούς λαϊκούς οργανοπαίχτες, όπως οι Βασίλης Μπατζής, Τάσος Χαλκιάς, Πέτρος Λούκας Χαλκιάς, Νίκος Φιλιππίδης, Αριστείδης Βασιλάρης κ.ά. Διπλωματούχος Βυζαντινής Μουσικής (Ωδείο Σκαλκώτα, τάξηΛυκούργου Αγγελόπουλου), μελέτησε, επίσης, Ανατολική Μουσική και κανονάκι στην τάξη της Ανιές Αγκοπιάν (στο ίδιο Ωδείο), αρμονία με τον Τόνυ Γιωργάτο (Παναρμόνιο Ωδείο). Παράλληλα με το λαϊκό κλαρίνο μελέτησε και άλλα πνευστά λαϊκά μουσικά όργανα: καβάλι, νέι και φλογέρα. Επί σειρά ετών δίδαξε κλαρίνο στο Μουσικό Γυμνάσιο-Λύκειο Παλλήνης. Με πλούσια εκπαιδευτική δράση σε σεμινάρια παραδοσιακής μουσικής και χορών, έχει συνεργαστεί στον τομέα αυτό με το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, την Ακαδημία Sibelius της Φινλανδίας και...
Περισσότερα
Γεννημένος στο Πετρωτό Τρικάλων, μεγαλώνει στην πιο φτωχή οικογένεια του χωριού. Στα δεκατρία του χρόνια, ο συντοπίτης του, Βασίλης Τσιτσάνης τον ακούει να τραγουδάει μ’ ένα μπουζουκάκι το Είν’ όλα μαύρα του Γιώργου Μητσάκη και του λέει «άμα μεγαλώσεις λίγο, έλα στην Αθήνα να με βρεις». Έτσι και γίνεται. Το 1960 βρίσκεται στο Κορωπί, εργάτης στα περιβόλια και το ’62 φιλοξενούμενος σε συμπατριώτες του. Πηγαίνει και στο Ωδείο απ’ όπου φεύγει ύστερα από ένα μήνα, καθώς λόγω φτώχειας δεν έχει να πληρώσει τα δίδακτρα. Όταν απολύεται από τον στρατό έρχεται η πρώτη δουλειά στο “Ηλιοβασίλεμα”, στο Αιγάλεω, με τονΟδυσσέα Μοσχονά. Αυτός τον πιστεύει και του μαθαίνει το μυστικό του τραγουδιστή που είναι τα πολλά τραγούδια. Το 1968 πια, πρέπει να έχει ρεπερτόριο περί τα πεντακόσια τραγούδια. Ωστόσο, παρόλο που όλα δείχνουν ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί, πάντα κάτι χαλάει. Δεκατρία χρόνια περνούν μέχρι τη στιγμή που ο Γιώργος Μαργαρίτης...
Περισσότερα
Ο Γιώργος Μαργιολάς (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γιώργου Μανωλά) γεννήθηκε στην Κόρωνο της Νάξου το 1915. Η μουσική κυριαρχεί στη ζωή του από τα πρώτα του βήματα, καθώς πολλά μέλη της οικογένειας του ήταν δεξιοτέχνες μουσικών οργάνων. Μεγαλώνοντας σ’ ένα σπίτι πλημμυρισμένο από μελωδίες, στα έξι του χρόνια αρχίζει να καταγίνεται με το βιολί, με τον παππού του να κρατά το τέμπο με τη μασιά, ενώ σύντομα έμαθε όλους τους παραδοσιακούς σκοπούς και τα τραγούδια του τόπου του. Δεκαπέντε χρόνων ήδη παίζει επαγγελματικά σε γάμους και πανηγύρια του νησιού, σε κομπανία. Δυο χρόνια αργότερα έρχεται στην Αθήνα, όπου φοιτά στο Ελληνικό Ωδείο. Παράλληλα, για το μεροκάματο, παίζει βιολί στο κοσμικό κέντρο «Χόλυγουντ» στα Κάτω Πατήσια. Στα 20 δισκογραφεί το πρώτο του τραγούδι στην Columbia. Οι επιτυχίες δεν αργούν ν’ ακολουθήσουν: «Από παιδιά αγαπιόμαστε» και «Κάτω από τ’ αστέρια» με τη Γιώτα Λύδια, «Του καπετάνιου η κόρη» με τις αδελφές Χατζηδάκη,...
Περισσότερα
|
|